«Ό,τι δε γίνεται συνείδηση, το πληρώνουμε σε τύψεις» Εργαστήριο Ελλήνων και Γερμανών καλλιτεχνών πάνω στην ιστορία. Μεταξύ άλλων η Δήμητρα Μπαιρακτάρη του Τεετ, Φλώρινας
Σε πέντε πόλεις της Ελλάδας Έλληνες και Γερμανοί καλλιτέχνες με συναυλίες και συναντήσεις προσπάθησαν να συμβάλουν στη δύσκολη κατανόηση των ελληνογερμανικών σχέσεων τον καιρό της Κατοχής.
Τα καλλιτεχνικά εργαστήρια με έμφαση στη μουσική και το θέατρο έγιναν με συμμετοχή κυρίως Ελλήνων και κάποιων Γερμανών καλλιτεχνών με σκοπό τη διερεύνηση άγνωστων πτυχών της ελληνογερμανικής ιστορίας στη διάρκεια της Κατοχής και την καλλιτεχνική επεξεργασία των ιστορικών γεγονότων της περιόδου αυτής.
«Εντυπωσιάστηκα από τις πολλές, διαφορετικές πτυχές της ιστορίας αυτής της περιόδου που μπορεί να εξετάσει κανείς. Από την πλευρά του άμαχου πληθυσμού, των ανταρτών αλλά και από κάποιες όχι και τόσο τιμητικές ιστορίες ανθρώπων που συνεργάστηκαν με τους γερμανούς κατακτητές. Υπάρχουν και κάποιοι οι οποίοι διατηρούν οικογενειακές σχέσεις από τότε» εξήγησε η κ. Ελισάβετ Χάσε, η οποία είχε την καλλιτεχνική διεύθυνση του προγράμματος των εργαστηρίων: «Η επεξεργασία των ιστορικών γεγονότων δεν έχει γίνει ούτε στην Ελλάδα ούτε στη Γερμανία. Δεν υπάρχει μια συνολική εικόνα των καταστροφών και του μεγέθους τους. Ο ρόλος του καλλιτέχνη είναι πολύπλευρος. Έχει ευθύνη να φωτίσει τα σκοτεινά σημεία της ιστορίας και προκαλώντας ενδεχομένως κάποιες φορές να συμβάλει στη συμφιλίωση των λαών.»
Στα εργαστήρια έγιναν συζητήσεις που εστίασαν στο ρόλο του καλλιτέχνη ως ιστοριογράφου, που δεν πρέπει να μετατρέπει τη μνήμη σε «μνημόσυνο» αλλά με την τέχνη του να ενισχύει τη γνώση. Ένας εκ των συμμετεχόντων στο εργαστήρι της Θεσσαλονίκης είπε μάλιστα χαρακτηριστικά: «Ό,τι δε γίνεται συνείδηση, το πληρώνουμε σε τύψεις». Τον Δεκέμβριο του 2014 θα προσκληθούν στη Γερμανία επιλεγμένοι καλλιτέχνες από τα εργαστήρια, με σκοπό την επαφή με την αντίστοιχη καλλιτεχνική κοινότητα στη Γερμανία και τη δυνατότητα δημιουργίας επαφών με γερμανούς καλλιτέχνες. Στόχος η δικτύωση ελλήνων και γερμανών καλλιτεχνών και η δημιουργία ενός κοινού καλλιτεχνικού εγχειρήματος.
Σύνδεση με το… Κομμένο
Πρωτοπόρος σε αυτή την προσπάθεια είναι εδώ και κάποια χρόνια ο γερμανός μουσικός της τζαζ Γκύντερ Μπέιμπι Ζόμερ, ο οποίος έδωσε σειρά συναυλιών σε πέντε πόλεις της Ελλάδας, αφιερωμένες στο μαρτυρικό χωριό Κομμένο του νομού Άρτας, μαζί με τέσσερις έλληνες μουσικούς, τους Φλώρο Φλωρίδη, Ευγένιο Βούλγαρη, Σπήλιο Καστάνη και τη Σαβίνα Γιαννάτου στα φωνητικά. Τον Αύγουστο του 1943 οι Γερμανοί στρατιώτες, ως αντίποινα για την παρουσία ανταρτών στην περιοχή, εισέβαλαν στο Κομμένο σκοτώνοντας 317 ανθρώπους, ανάμεσα στους οποίους πολλές γυναίκες και παιδιά,.
Σε αυτόν τον μαρτυρικό τόπο βρέθηκε το 2008 ο Γκύντερ Ζόμερ, καλεσμένος του μουσικού Νίκου Τουλιάτου σε ένα φεστιβάλ τζαζ κρουστών, χωρίς να γνωρίζει όμως το ιστορικό του φορτίο. Όταν πληροφορήθηκε την ιστορία, γνώρισε ανθρώπους που επέζησαν από τη σφαγή, άκουσε τις διηγήσεις τους και θέλησε να δημιουργήσει ένα μουσικό αφιέρωμα στη σφαγή στο Κομμένο με τίτλο «Τραγούδια για το Κομμένο»: «Προχώρησα στην έκδοση του δίσκου αλλά ήθελα και κάτι περισσότερο. Ήθελα να μοιραστώ την ιστορία του Κομμένου με τον κόσμο και μέσω αυτής να συμβάλω στην καταπολέμηση των λαϊκιστικών προσεγγίσεων που υπάρχουν στην ελληνική και γερμανική πλευρά. Είναι μία ευκαιρία να κλείσουμε ιστορικά κενά στη γερμανική ιστορία, διότι δεν είναι γνωστό στη γερμανική πλευρά τι ακριβώς συνέβη στην Ελλάδα στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και ούτε διδάσκεται στα σχολεία», δήλωσε στη Deutsche Welle ο γερμανός μουσικός. Ο ίδιος επιθυμεί το έργο για το μαρτυρικό Κομμένο να λειτουργήσει ως ένα είδος καταγγελίας παρόμοιων θηριωδιών που συμβαίνουν και σήμερα με στόχο την αποτροπή τους στο μέλλον. Όπως είπε χαρακτηριστικά: «Όταν η μουσική αρχίζει, τα λόγια φθίνουν και οι γέφυρες μπορούν πιο εύκολα να χτιστούν»
Η δύναμη της κοινωνίας των πολιτών
Οι καλλιτεχνικές συνεργασίες και οι ανταλλαγές νέων μέσω του Eλληνογερμανικού Tαμείου για το Μέλλον είναι για τον κ.Ζόμερ ιδιαίτερα σημαντικές. Μπορεί να υπάρχουν αντιδράσεις από πολιτικές δυνάμεις και ανθρώπους που εστιάζουν στο στοιχείο της σύγκρουσης αλλά τα κέρδη είναι περισσότερα, όπως εξήγησε: «Είναι απαραίτητη και νομίζω πιο λυσιτελής η συνεργασία στο επίπεδο της κοινωνίας των πολιτών από ό,τι οι δεκάδες πολιτικές συναντήσεις μεταξύ πολιτικών και τραπεζιτών που προσπαθούν κάτι να καταφέρουν στον οικονομικό τομέα αλλά δεν έχουν κανένα θετικό αντίκτυπο στην κοινωνία και τελικά εντείνουν τον λαϊκισμό.»
Διογένης Δημητρακόπουλος
ΠΗΓΉ: εδώ