ΖΥΓΟΥΡΗ ΧΡΙΣΤΙΝΑ

Και… έζησαν αυτοί καλά;

Μια φορά και έναν καιρό, σε ένα πλούσιο παζάρι ένας γέρος άντρας, καθισμένος σ΄ένα πορφυρό χαλί περίμενε υπομονετικά την πελατεία του. Γύρω του οι φορτωμένοι πάγκοι πουλούσαν χρυσό και ασήμι μπαχαρικά και σπάνια βιβλία. Ο γέρος από την άλλη δεν είχε τίποτα μπροστά του. Σύντομα, κόσμος άρχισε να συγκεντρώνεται γύρω του, παιδιά που τον κοιτούσαν σαν να ήταν ένα μυθικό πλάσμα, μεγάλοι με μάτια παιδικά, γυναίκες με ερωτηματικά στο βλέμμα. Και τότε μόνο ο άντρας άπλωσε στο παζάρι την πραμάτεια του: μια σειρά από παραμύθια που όμοια τους δεν είχαν ακουστεί ποτέ. Και όλοι, ακόμα και οι έμποροι από τους δίπλα πάγκους, άφησαν ότι έκαναν κι έμειναν να τον ακούνε. Ποια ήταν όμως η μαγεία που ασκούσε ο γέρος σε όσους πλησίαζαν το πορφυρό χαλί του;

Εννοιολογικά Στοιχεία του Παραμυθιού

Ως είδος το παραμύθι ανήκει στην προφορική ή λαϊκή λογοτεχνία με καταβολές σε όλες τις επικράτειες του κόσμου. Για πρώτη φορά στην Ευρώπη και συγκεκριμένα, στην επηρεασμένη από το κίνημα του ρομαντισμού, Γερμανία αποτυπώνονται λαϊκά παραμύθια προορισμένα για ενήλικες, με σκοπό την ενίσχυση της γερμανικής συνείδησης και τη μελέτη της γερμανικής γλώσσας. Οι αδελφοί Γκριμ (Jacob και Wilhelm Grimm) συλλέγουν και καταγράφουν λαϊκά δημιουργήματα, εγκαινιάζοντας πρώτοι την επιτόπια έρευνα.

(Παπακώστας, Γ., 1996, «Πρώτες προσπάθειες συγκέντρωσης παραμυθιών. Η περίπτωση του Νικολάου Πολίτη», στο Από το Παραμύθι στα Κόμικς, Οδυσσέας: Αθήνα)

Το παραμύθι είναι μία φανταστική προφορική διήγηση, που συνήθως αποτελείται από πολλά και διαδοχικά επεισόδια, τα λεγόμενα μοτίβα (το μοτίβο είναι μικρότερη αφηγηματική πρόταση που το συγκρατεί). Διαφέρει από το μύθο, γιατί αυτός είναι μια αλληγορική διήγηση, που έχει στόχο την ηθική διδασκαλία. Διαφέρει και από την παράδοση καθώς αυτή αναφέρεται σε ένα συγκεκριμένο γεγονός ή πρόσωπο, ή τόπο, και ο λαός την πιστεύει ως αληθινή. Το παραμύθι συγκινεί και ψυχαγωγεί όλους τους λαούς της γης από τα πανάρχαια χρόνια. Η υπόθεσή του δε δεσμεύεται από τόπο και χρόνο και τα πρόσωπά του είναι φανταστικά. Στα παραμύθια συναντάμε πλήθος από απίθανα και απίστευτα γεγονότα. Αυτά όμως που για το σημερινό άνθρωπο είναι φανταστικά, για τον πρωτόγονο αποτελούσαν τον αληθινό του κόσμο, όπως αυτός τον έβλεπε ή όπως τον εξηγούσε απλοϊκά. Όλος ο κόσμος του πρωτόγονου ανθρώπου, η θεωρία του για τη γέννηση του κόσμου, ο φόβος του για τα διάφορα φυσικά φαινόμενα, η πίστη του στη μαγεία, στη δεισιδαιμονία και στις υπερφυσικές ικανότητες των μάγων, η στενή του σχέση με τα ζώα, τα οποία θεωρούσε συντρόφους, τα όνειρα που τον μετέφεραν σε άγνωστους τόπους με τρόπο ανεξήγητο, πέρασε μέσα στα παραμύθια.

Ο τεράστιος όγκος του παραμυθιακού υλικού έχει ταξινομηθεί σύμφωνα με τη διεθνή κατάταξη των Aarne–Thompson σε 2.430 παραμυθιακούς τύπους. Παραμυθιακός τύπος είναι η αφηγηματική βάση πάνω στην οποία δομούνται οι παραλλαγές ενός παραμυθιού και απορρέει από τον συνδυασμό μοτίβων . Όταν δύο ή περισσότεροι παραμυθιακοί τύποι συνδυάζονται μεταξύ τους, το φαινόμενο, καθώς και η νέα παραλλαγή που προκύπτει, ονομάζεται συμφυρμός.

 

Τα παραμύθια δεν είναι απλές ιστορίες

Υπό την ακριβή έννοιά του το παραμύθι είναι μια σύντομη ή λαϊκή ιστορία που ενσωματώνει το έθος, το οποίο μπορεί να εκφραστεί ρητά στο τέλος του ως αξιωματική αρχή. Συγγενές του μύθου αλλά διαφοροποιημένο εννοιολογικά το παραμύθι είναι εξαρχής μια επινόηση, μια μυθιστοριογραφία, μια φαντασιακή αφήγηση που κάνει μεταφορική χρήση κάποιου ζώου ως κεντρικό χαρακτήρα του ή εισάγει στερεότυπους χαρακτήρες, όπως ο κατεργάρης. Πολύ συχνά γίνεται ανατρεπτική αλληγορία ενάντια στον φεουδαρχισμό ή την εκάστοτε άρχουσα τάξη, ή μια σύγκρουση του ανθρώπινου με το αόρατο βασίλειο. Προσωποποιεί και εξατομικεύει διαφορετικά στοιχεία πέρα από τη λογική του χώρου και του χρόνου και επεκτείνεται αδιάκριτα από τον οργανικό στον ανόργανο κόσμο από τον άνθρωπο και τα ζώα στα δέντρα, τα λουλούδια, τις πέτρες, τα ρεύματα και τους ανέμους.

Τα πιο γνωστά και αγαπημένα παραμύθια θα τα βρει κανείς να επαναλαμβάνονται όπου και να βρεθεί – και κάθε φορά θα τα ακούει με το ίδιο ενδιαφέρον, όπως κάνουν τα μικρά όταν ξεκινά για χιλιοστή φορά το ίδιο παραμύθι. Το γιατί ίσως να κρύβεται στις πηγές των μαγικών αυτών ιστοριών: από την Χιονάτη ως την Κοπέλα με τα ασημένια χέρια τα παραμύθια αρχικά δεν προορίζονταν για παιδιά, αλλά για τους ενήλικες, που ακούν για διασκέδαση όπως εμείς σήμερα παρακολουθούμε μια ταινία. Σαν αποτέλεσμα, αν και φαίνονταν απλά τα παραμύθια διηγούνταν κάτι βαθύτερο και με την χρήση συμβόλων που οι παραμυθάδες εφεύρισκαν σχεδόν αυθόρμητα, μετέφεραν το νόημα τους στο κοινό. Έτσι μια χτένα σήμαινε το σεξ, ένα δάσος την ενηλικίωση και ένα κόκκινο μήλο τον θάνατο…. Χάρη στα σύμβολα αυτά τα παραμύθια μπόρεσαν να διασχίσουν τα σύνορα του χώρου και του χρόνου και να μας μιλάνε ακόμα και σήμερα σε ένα επίπεδο που δεν μπορούμε να ερμηνεύσουμε αλλά ούτε και να του αντισταθούμε. Μπορεί ο παραμυθάς στο παζάρι να μας μιλάει για κορίτσια που χάθηκαν στο δάσος και γυάλινα γοβάκια, εμείς όμως ακούμε, μαγεμένοι εν αγνοία μας, μια πολύ διαφορετική ιστορία…

 

Το Απέραντο Δάσος των Συμβόλων

Ορισμένα από τα σύμβολα αυτά είναι κοινά σε όλα τα ευρωπαϊκά παραμύθια: το δάσος για παράδειγμα, συμβολίζει την ενηλικίωση και την αλλαγή – ίσως επειδή για τα παιδιά η είσοδος στο πυκνό δάσος ήταν απαγορευμένη. Ο πρίγκιπας που θα ξυπνήσει την Ωραία Κοιμωμένη μεταβάλλοντάς την από παιδί σε σύζυγο (και τον εαυτό του αντίστοιχα από πρίγκιπα σε βασιλιά) οφείλει να περάσει μέσα από ένα δάσος με τριανταφυλλιές. Επιβιώνοντας από την δοκιμασία αναδεικνύεται άξιος να την οδηγήσει -μέσα από τις ίδιες τριανταφυλλιές- στον πραγματικό κόσμο, τον κόσμο των ενηλίκων.

Ο μαγικός κόσμος των παραμυθιών, με τις πριγκίπισσες, τις μητριές, τα στοιχειωμένα δάση, τους σοφούς βασιλιάδες, τους νάνους και τις μάγισσες, υπήρξε άλλωστε πάντοτε, αναπόσπαστο τμήμα της παιδικής μας ηλικίας. Όταν μεγαλώνουμε όμως, κάποιοι τ’ αφήνουμε πίσω μας όλα αυτά και κάποιοι άλλοι όχι. Κάποιοι σκεφτόμαστε απλώς τα κρυφά νοήματά τους, τα μηνύματα που μας περνούσαν και κάποιοι πηγαίνουν ακόμα βαθύτερα. Ο παιδοψυχολόγος Μπρούνο Μπετελχάιμ, έκανε αυτό ακριβώς. Έγραψε ένα βιβλίο, για να βοηθήσει εμάς τους ενήλικες να κατανοήσουμε την αναντικατάστατη σημασία των παραμυθιών. Αποκαλύπτοντας μας, το αληθινό τους περιεχόμενο, μας δείχνει τον τρόπο που μπορούν να φανούν χρήσιμες για τα παιδιά οι ιστορίες αυτές, τους μηχανισμούς που δρουν συνειδητά ή υποσυνείδητα, για να τα στηρίξουν και να τ’ απελευθερώσουν τελικά απ’ τους φόβους και τις αγωνίες τους, για τον κόσμο που τα περιβάλλει.

(Μπρούνο Μπετελχάιμ  “Η γοητεία των παραμυθιών – Μια ψυχαναλυτική προσέγγιση” εκδόσεις “Γλάρος”.)

Ας κάνουμε μια διαφορετική ανάγνωση της “Κοκκινοσκουφίτσας”

“Η Κοκκινοσκουφίτσα είναι σε μεγάλο βαθμό ένα παιδί που παλεύει ήδη με τα προβλήματα της εφηβείας για τα οποία δεν είναι έτοιμη συναισθηματικά, επειδή δεν έχει ακόμα υπερνικήσει τις οιδιπόδειες συγκρούσεις της (…) Η Κοκκινοσκουφίτσα θέλει ν’ ανακαλύψει πράγματα, όπως υποδεικνύουν οι προειδοποιήσεις της μητέρας της να μην κρυφοκοιτάζει. Παρατηρεί ότι κάτι πάει στραβά όταν η γιαγιά της ‘φαίνεται πολύ παράξενη’, αλλά μπερδεύεται επειδή ο λύκος έχει μεταμφιεστεί με τα ρούχα της γιαγιάς. Η Κοκκινοσκουφίτσα προσπαθεί να καταλάβει όταν ρωτά τη Γιαγιά για τα μεγάλα αυτιά της, παρατηρεί τα μεγάλα μάτια, απορεί για τα μεγάλα χέρια, το φρικτό